Κυριακή 15 Μαΐου 2011

ΤΟ ΤΥΡΟΚΟΜΕΙΟ ΤΗΣ ΓΑΛΑΤΙΝΗΣ ΒΟΪΟΥ



 Στα ακατοίκητα ουσιαστικά χωριά του Βοίου οι κάτοικοι συνεχίζουν να διατηρούν την παράδοση που έμαθαν από παιδιά.

Σάββατο 14 Μαΐου 2011

Στέλιος Καζαντζίδης

Ο Στέλιος Καζαντζίδης ήταν Έλληνας λαικός τραγουδιστής. Συγκαταλέγεται στους σημαντικότερους τραγουδιστές του ελληνικού λαϊκού τραγουδιού.

[Επεξεργασία] Βίος

Γεννήθηκε την 29 Αυγούστου 1931 και πέθανε την 14 Σεπτεμβρίου 2001.
Ο πατέρας του Χαράλαμπος, χτίστης στο επάγγελμα και μέλος της Εθνικής Τροφοδότησης Ανταρτών (ΕΤΑ) Ο Καζαντζίδης αναγκάζεται να κάνει πολλές δουλειές για να βγάλει το μεροκάματο. Δουλεύει σε εργοστάσια, υφαντουργεία, πουλάει τσιγάρα και κρύο νερό σε κεντρικά σημεία της πρωτεύουσας. Άσχημη εμπειρία για τον Καζαντζίδη η στρατιωτική του θητεία στο Διόνυσο Αττικής.Κατά τη στρατιωτική του θητεία ορίστηκε υπεύθυνος σε τάγμα μουλαράδων και εκεί μια κλωτσιά στα γεννητικά του όργανα, του στερησε την πατρότητα.
Ο πρώτος άνθρωπος που εκτίμησε την φωνή του ήταν κάποιο αφεντικό του, που καθώς τον άκουσε την ώρα της δουλειάς του χάρισε μια κιθάρα. Δάσκαλος του Καζαντζίδη υπήρξε ο Στέλιος Χρυσίνης, ένας τυφλός συνθέτης.
Στα 1952, ο Καζαντζίδης κάνει το δισκογραφικό ντεμπούτο του με ένα τραγούδι του Απόστολου Καλδάρα. Το τραγούδι αυτό έφερε τον τίτλο "Για μπάνιο πάω". Ήταν ένα τραγούδι γραμμένο για τον καύσωνα που επικρατούσε εκείνο το καλοκαίρι στην πρωτεύουσα. Ο δίσκος δεν πούλησε γιατί μιμήθηκε τη φωνή του Πρόδρομου Τσαουσάκη και η καριέρα του Στέλιου Καζαντζίδη θα έσβηνε πριν καλά καλά αρχίσει. Αυτός που αντιλήφθηκε τις δυνατότητες της φωνής του Καζαντζίδη ήταν ο συνθέτης Γιάννης Παπαϊωάννου. Το τραγούδι του Οι βαλίτσες γίνεται μεγάλη επιτυχία και το φαινόμενο Καζαντζίδης αρχίζει να παίρνει σάρκα και οστά.
Τον Οκτώβρη του 1965, Καζαντζίδης, Μαρινέλλα και ο Μανώλης Αγγελόπουλος προετοιμάζουν συναυλίες, που τελικά δε θα πραγματοποιηθούν, αφού λίγους μήνες αργότερα ο Καζαντζίδης πήρε τη μεγάλη απόφαση να σταματήσει τις ζωντανές εμφανίσεις σε κέντρα. Αιτία είναι η αποστροφή του για την κατάσταση που επικρατούσε στα νυχτερινά κέντρα. Χαρακτηριστικά η Μαρινέλλα αναφέρει πως μόνον στο μαγαζί που ο Καζαντζίδης δούλευε απαγορευόταν (από τον ίδιο φυσικά) οι τραγουδίστριες να κάθονται στα τραπέζια των εύρωστων οικονομικά πελατών.
Ο Καζαντζίδης με τη Μαρινέλλα και τον ποδοσφαιριστή Μίμη Παπαϊωάννου φτάνουν στη Γερμανία για συναυλίες. Η υποδοχή που τους επιφυλάσσουν οι ομογενείς είναι συγκινητική. Μαζί τους ο νεαρός -τότε- δεξιοτέχνης του μπουζουκιού Χρήστος Νικολόπουλος. Την ίδια εποχή ο Καζαντζίδης και ο Χρήστος Κολοκοτρώνης (μουσική και στίχους αντίστοιχα) δημιούργησαν τον ύμνο της ΑΕΚ που ερμήνευσε ο Παπαϊωάννου: "Νικήστε, νικήστε".
Είχε προηγηθεί στα 1959 δικαστική διαμάχη του Καζαντζίδη με την δισκογραφική εταιρεία COLUMBIA, με αφορμή τις, μεγάλου μεγέθους, πωλήσεις του τραγουδιού "Μαντουμπάλα" πωλήσεις ρεκόρ, που την εποχή εκείνη αγγίξανε τις 100.000. Στην άλλη όψη του ίδιου δίσκου, περιλαμβάνεται το "Δυο πόρτες έχει η ζωή", σε μουσική του ίδιου του Καζαντζίδη. Παρά τις χωρίς προηγούμενο πωλήσεις και τη στιγμή που η εταιρεία έβγαζε εκατομμύρια από το συγκεκριμένο δισκάκι, ο ίδιος ο τραγουδιστής πήρε λιγότερες από 1000 δραχμές. Αυτό συνέβη καθώς οι τραγουδιστές τότε πληρώνονταν ένα εφάπαξ ποσό για τον κάθε δίσκο και δεν λάμβαναν ποσοστά από τις πωλήσεις. Στον Καζαντζίδη χρωστάνε πολλά οι σύγχρονοι τραγουδιστές αφού πρώτος αυτός διεκδίκησε για τον κλάδο του ποσοστά και η προσπάθεια του είχε θετικό αποτέλεσμα.
Στα 1969 αποφασίζει να αποσυρθεί για περίπου 2 χρόνια από την δισκογραφία. Τότε είναι που κάνει και την προσπάθεια να δημιουργήσει τη δική του εταιρεία, την "STANDAR" αλλά τα κατεστημένα συμφέροντα και η λογοκρισία στα χρόνια της Χούντας των Συνταγματαρχών δεν τον αφήνουν. Την ίδια μοίρα είχαν και οι όποιες άλλες επιχειρηματικές κινήσεις, όπως η εκτροφή βατράχων, το ούζο "Υπάρχω" που κυκλοφόρησε αργότερα κτλ.
Στα τέλη του 1975 έρχεται ο δίσκος "Υπάρχω". Χρήστος Νικολόπουλος και Πυθαγόρας υπογράφουν την αποχώρηση του Στέλιου από τη δισκογραφία για δώδεκα χρόνια. Επιστρέφει το 1987 με το δίσκο (τον τελευταίο στη MINOS) "Ο δρόμος της επιστροφής". Ακολουθεί ο δίσκος "Ελεύθερος" στην Polygram. Οι δίσκοι του γίνονται χρυσοί και πλατινένιοι κάνοντας ρεκόρ πωλήσεων. Τελευταίο τραγούδι που ερμηνεύει λίγους μήνες πριν εισαχθεί στο Ιατρικό Κέντρο Αθηνών (με καρκινώματα στον εγκέφαλο) είναι το "Έρχονται χρόνια δύσκολα" και το δίσκο αυτό, που ήταν και το κύκνειο άσμα του καλλιτέχνη, τον προλογίζει απευθύνοντας χαιρετισμό στους θαυμαστές του.
Κατά τη διάρκεια της καριέρας του, τραγούδησε δημιουργίες μεγάλων συνθετών (Άκης Πάνου, Απόστολος Καλδάρας, Μανώλης Χιώτης, Μίκης Θεοδωράκης, Θοδωρής Δερβενιώτης, Χρήστος Λεοντής, Τάκης Σούκας, Θανάσης Πολυκανδριώτης, Μπάμπης Μπακάλης, Χρήστος Νικολόπουλος, Γιώργος Μητσάκης, Βασίλης Τσιτσάνης, Σταύρος Ξαρχάκος, Μάνος Λοΐζος, Γιάννης Παπαϊωάννου, Γιώργος Ζαμπέτας κα) και στιχουργών (Κώστας Βίρβος, Ευτυχία Παπαγιαννοπούλου, Τάσος Λειβαδίτης, Δημήτρης Χριστοδούλου, Λευτέρης Παπαδόπουλος, Πυθαγόρας κα).

Θανάσης Βέγγος

Με αφορμή τον θάνατό του, είπα να αρχίσω το πρώτο άρθρο αφιερωμένο στον δικό μας καλό μας άνθρωπο.Θανάση Βέγγο. Ο Θανάσης Βέγγος, ήταν Έλληνας κωμικός ηθοποιός του κινηματογράφου και του θεάτρου. Είχε παίξει σε 126 ταινίες, σε 52 από τις οποίες ως πρωταγωνιστής και είχε σκηνοθετήσει (πρωταγωνιστώντας ταυτόχρονα) ακόμη επτά ταινίες. Θεωρείται ένας από τους πιο δημοφιλείς κωμικούς του ελληνικού κινηματογράφου, ενώ μέχρι πρόσφατα συνέχιζε να εμφανίζεται σε ταινίες, τηλεόραση και θέατρο.

Βιογραφία

Γεννήθηκε στον Πειραιά, στο Νέο Φάληρο, στις 29 Μαΐου του 1927 από το Βασίλη και την Ευδοκία Βέγγου, των οποίων ήταν και το μοναδικό παιδί. Ο πατέρας του ήταν δημόσιος υπάλληλος, συγκεκριμένα εργαζόταν στην Εταιρεία Ηλεκτρισμού, και ήρωας της αντίστασης. Μετά τον πόλεμο, εκδιώχθηκε από τη δουλειά του εξαιτίας των πολιτικών του φρονημάτων. Η απόλυση του πατέρα του προκάλεσε, όπως ήταν αναμενόμενο, σοβαρό οικονομικό πρόβλημα στην οικογένεια του Θανάση, κάτι που τον αναγκάζει να ριχτεί στον αγώνα για το μεροκάματο. Κυριότερη μεταξύ των επαγγελμάτων με τα οποία ασχολήθηκε ήταν η απασχόληση σε επεξεργασίες δερμάτων. Παράλληλα έκανε διάφορα μικροθελήματα στη γειτονιά του. Τα χρόνια 1948-1950 εξορίστηκε στη Μακρόνησο, όπου γνωρίστηκε με τον μετέπειτα γνωστό σκηνοθέτη Νίκο Κούνδουρο. Αυτή η γνωριμία οδήγησε στην πρώτη του εμφάνιση στον κινηματογράφο, το 1954 στην ταινία Μαγική Πόλις του Κούνδουρου. Για τα επόμενα πέντε χρόνια έπαιξε σε μικρούς ρόλους, εργαζόμενος παράλληλα και ως φροντιστής στα πλατό. Την περίοδο αυτή εμφανίστηκε σε μερικές από τις πιο ιστορικές ταινίες του ελληνικού κινηματογράφου, όπως Ο δράκος, Διακοπές στην Αίγινα, Μανταλένα, Συννεφιασμένη Κυριακή, Ο Ηλίας του 16ου, Ποτέ την Κυριακή. Ο πρώτος του μεγάλος ρόλος είναι μαζί με το Νίκο Σταυρίδη στην ταινία Οι δοσατζήδες του 1960. Τον ίδιο καιρό, το 1959 πήρε άδεια ασκήσεως επαγγέλματος ηθοποιού όχι από Σχολή αλλά ως εξαιρετικό ταλέντο με εξετάσεις σε ειδική επιτροπή. Η πρώτη του θεατρική παράσταση ήταν στην επιθεώρηση «Ομόνοια πλατς πλουτς», δίπλα στους Νίκο Ρίζο και Γιάννη Γκιωνάκη, επίσης το 1959.
Τα επόμενα χρόνια, συνεργαζόμενος κυρίως με τον σκηνοθέτη Πάνο Γλυκοφρύδη, αναπτύσσει τον τύπο του νευρικού, αεικίνητου τύπου, που τον καθιέρωσε και αρχίζει να γίνεται δημοφιλής. Με ταινίες όπως Ψηλά τα χέρια, Χίτλερ, Μην είδατε τον Παναή, Ζήτω η τρέλα, Πολυτεχνίτης κι ερημοσπίτης καθιερώνεται στη συνείδηση του κοινού. Το 1964, σε αναζήτηση καλλιτεχνικής ελευθερίας, ίδρυσε τη δική του εταιρία παραγωγής ΘΒ - Ταινίες Γέλιου. Την περίοδο 1965-1969, συνεργαζόμενος με τον Πάνο Γλυκοφρύδη και τον Ερρίκο Θαλασσινό, αλλά και σκηνοθετώντας ο ίδιος κάποιες φορές, γύρισε τις καλύτερες κατά γενική ομολογία ταινίες του, όπως τις Φανερός πράκτωρ 000, Τρελός, παλαβός και Βέγγος, Ποιος Θανάσης;, που τις χαρακτηρίζουν το σουρεαλιστικό χιούμορ, ο αυτοσχεδιασμός και η πηγαία ερμηνεία. Παρά την εμπορική και καλλιτεχνική τους επιτυχία, οι ταινίες αυτές οδηγούν την εταιρία του Βέγγου σε κλείσιμο και τον ίδιο σε οικονομική καταστροφή, από την οποία θα συνέλθει μόνο μετά από πολλά χρόνια.
Η καριέρα του συνεχίζεται με τον σκηνοθέτη Ντίνο Κατσουρίδη, ενώ η δημοτικότητά του παραμένει σταθερή κι οδηγεί στην αποθέωσή του από τον κόσμο στο Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης του 1971, όπου η ταινία Τι έκανες στον πόλεμο Θανάση; αποσπά τα βραβεία κριτικών και κοινού. Άλλη σημαντική ταινία αυτής της περιόδου είναι Ο Θανάσης στη χώρα της σφαλιάρας του 1976. Η θεματολογία των ταινιών του μετατοπίζεται προς την κοινωνική κριτική, ενώ το 1983 σταματά για λίγα χρόνια να κάνει κινηματογράφο. Τη δεκαετία του '80 ασχολείται με το γύρισμα έξι βιντεοταινιών και της τηλεοπτικής σειράς Βεγγαλικά που, μετά από προσπάθειες πολλών ετών, προβλήθηκε τελικά στην τηλεόραση το 1988. Το 1990 εμφανίστηκε στη σειρά του ΑΝΤ1 Αστυνόμος Θανάσης Παπαθανάσης.
Η επιστροφή του στον κινηματογράφο γίνεται με την ταινία Ήσυχες μέρες του Αυγούστου του Παντελή Βούλγαρη. Η ερμηνεία του έχει πια διαφοροποιηθεί, είναι χαμηλών τόνων αλλά μεγάλης εκφραστικότητας, με κορυφαία στιγμή το ρόλο του στην ταινία Όλα είναι δρόμος του 1998. Την περίοδο αυτή εμφανίστηκε επίσης στην Επίδαυρο, το 1997 στο ρόλο του Δικαιόπολι στους Αχαρνής και το 2001 στην Ειρήνη του Αριστοφάνη με μεγάλη επιτυχία. Το 2002, σχεδόν πενήντα χρόνια μετά την πρώτη του κινηματογραφική εμφάνιση, ο Θανάσης Βέγγος κράτησε έναν από τους βασικούς ρόλους στην τηλεοπτική σειρά Περί ανέμων και υδάτων. Συνεχίζει μέχρι σήμερα να είναι από τους πιο αγαπημένους και δημοφιλείς κωμικούς του ελληνικού κινηματογράφου. Η τελευταία κινηματογραφική συμμετοχή του ήταν στην ταινία του Παντελή Βούλγαρη "Ψυχή βαθιά" το 2009.
Ο Θανάσης Βέγγος ήταν μέλος του Σωματείου Ελλήνων Ηθοποιών και του Σωματείου Παραγωγών. Ήταν μόνιμος κάτοικος της Αθήνας. Την εποχή που γυριζόταν Ο δράκος παντρεύτηκε την Ασημίνα Βέγγου, με την οποία ήταν μαζί μέχρι το τέλος της ζωής του, και είχαν δύο γιους.
Ο Θανάσης Βέγγος νοσηλευόταν από τις 19 Δεκεμβρίου 2010 στην εντατική μονάδα του νοσοκομείου "Ερυθρός σταυρός" λόγω εγκεφαλικού επεισοδίου. Απεβίωσε στις 3 Μαΐου 2011 στις 7:10 το πρωί, ενώ νοσηλευόταν στο Νοσοκομείο Ερυθρός Σταυρός, λίγο πριν συμπληρώσει τα 84 χρόνια του.[1]. Τάφηκε στην Αμοργό, τόπο καταγωγής της μητέρας του και της γιαγιάς του. Μετά την κηδεία του είχαν κυκλοφορήσει διάφορες φήμες για το που θα γινόταν η ταφή του. Πιθανολογούμενες τοποθεσίες ήταν το Α΄ Νεκροταφείο, το Νεκροταφείο Αγίας Παρασκευής, το Άσσος Λεχαίου Κορινθίας όπου είχε εξοχικό και διαδόθηκε εσφαλμένα ότι εκεί έγινε η ταφή του και η Αμοργός όπου τελικά ετάφη [2].
Υπήρξε φειδωλός σε δηλώσεις και συνεντεύξεις, ωστόσο στο παρελθόν ο ίδιος είχε δηλώσει : "Δουλεύω με το ένστικτο, δεν έχω κανένα ταλέντο, μόνο αυτή τη φάτσα. Εδώ είναι αποτυπωμένη όλη η μιζέρια, όλη η δυστυχία, όλος ο πόνος του ασήμαντου Έλληνα".

Έργα στα οποία συμμετείχε:

[Επεξεργασία] Τηλεόραση

  • Βεγγαλικά (ΕΡΤ, 1988)
  • Αστυνόμος Θανάσης Παπαθανάσης (ΑΝΤ1, 1990) .... Θανάσης Παπαθανάσης
  • Περί ανέμων και υδάτων (Mega, 2002-2005) .... Λύσανδρος
  • Έρωτας, όπως έρημος (ΝΕΤ, 2003) .... Αναστάσης
  • Καθρέφτη, καθρεφτάκι μου (ΑΝΤ1, 2006) .... Αρίστος
  • Η Θεσσαλονίκη της νοσταλγίας μας(ΕΤ3, 2009)